Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Αυτό το έχω ξαναζήσει... τι είναι το deja vu

Βρίσκεσαι σε μία πόλη που επισκέπτεσαι για πρώτη φορά. Ξαφνικά, στο μυαλό σου έρχονται γνώριμες εικόνες και ορκίζεσαι πως αυτό που ζεις εκεί, το έχεις ξαναβιώσει. Ξέρεις όμως, ότι η αίσθηση που σε κυριεύει εκείνη την στιγμή, στηρίζεται στο γαλλικό "deja vu". Πώς εξηγείται με τη λογική, αυτή η μηχανική απάντηση για το "ήδη ιδωμένο";

O χρόνος έχει ήδη ξεκινήσει να μετράει αντίστροφα για τις διπλές εκλογές του Μαΐου, και όπως φαίνεται, πολλαπλά deja vu θα κάνουν την εμφάνισή τους στο μυαλό κάθε Έλληνα πολίτη, την ώρα της κάλπης. Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν πως η ιδέα ότι έχουμε ξαναζήσει κάτι, δημιουργεί μία αίσθηση οικειότητας. Η τελική καταμέτρηση των ψήφων θα υπενθυμίσει άραγε, πως “έχουμε ξαναδεί το έργο” των κενά υποσχόμενων δράσεων;

Προσεγγίζοντας την απλή καθημερινότητα, που σε κάθε βήμα μπορεί να κρύβει ένα απλό ή και ισχυρότερο deja vu, υποστηρίζεται πως περίπου 60% των ανθρώπων δηλώνει ότι έχει βιώσει μία τέτοια εμπειρία, με μεγαλύτερη ή μικρότερη συχνότητα. Τα ποσοστά εμφανίζονται υψηλότερα στις ηλικίες μεταξύ 15 και 25 ετών, ενώ σε μεγαλύτερες ηλικίες, παρατηρείται μείωση του φαινομένου. Κύρια χαρακτηριστικά των ανθρώπων, που νομίζουν ότι έχουν ξαναζήσει μία στιγμή, είναι η πλούσια φαντασία, η διεύρυνση πνευματικών οριζόντων και η ικανότητα να θυμούνται τα όνειρα που έχουν δει.

Συχνά, η αίσθηση ότι έχουμε ξαναζήσει μια στιγμή παρομοιάζεται με το προαίσθημα.
Οι επιστήμονες όμως, προχωρούν σε διαχωρισμό αυτών των δύο, καθώς η διαφορά είναι ότι το deja vu συμβαίνει την στιγμή που ζούμε κάτι, και όχι νωρίτερα.
 Είναι σαν να παρατηρούμε αυτό που συμβαίνει γύρω μας σε ταινία μικρού μήκους, γνωρίζοντας όλες τις λεπτομέρειες που θα ακολουθήσουν.

Η ψυχολογική προσέγγιση του φαινομένου, σύμφωνα με τον Freud, υποστηρίζει πως αυτού του είδους τα βιώματα προκύπτουν από τραυματικά συμβάντα ή ανεπίτρεπτες επιθυμίες που έχουμε καταπιέσει ή απωθήσει, χωρίς να επιτρέπουμε την εισβολή τους στις “νόμιμες” αναμνήσεις μας. Με αφορμή κάποιο ερέθισμα, που μπορεί να είναι ένας ήχος ή μία μυρωδιά, το βίωμα αυτό επιστρέφει από το υποσυνείδητο και παίρνει την μορφή ανάμνησης.
Πολλοί επιστήμονες μέχρι σήμερα στηρίζονται σε αυτή την άποψη, προκειμένου να ερμηνεύσουν τις εμπειρίες deja vu.

Ποιες είναι όμως, οι θεωρίες που ακολουθούν;

Η ερμηνεία του deja vu είχε επιχειρηθεί να δοθεί αρχικά, με βάση κάποιες παραψυχολογικές και μεταφυσικές απόψεις που υποστήριζαν ότι πρόκειται για απόδειξη ύπαρξης προηγούμενης ζωής. Τα άτομα μάλιστα, με τέτοιες εμπειρίες θεωρούνταν ότι ανέπτυσσαν ξεχωριστές ικανότητες, όπως ενόραση και οξυμένη διαίσθηση. Την ίδια στιγμή, άλλοι έκαναν λόγο για μια μικρή δυσλειτουργία της όρασης, για μία αναντιστοιχία πρόσληψης οπτικών ερεθισμάτων από το ένα μάτι στο άλλο, αλλά η θεωρία σύντομα καταρρίφθηκε, καθώς διαπιστώθηκε ότι συχνά deja vu παρουσιάζουν και τυφλά άτομα.

Μία από τις πιο λογικές εξηγήσεις είναι αυτή του Αμερικανού ερευνητή, Alan Brown. Με βάση κάποια πειράματα, κατάφερε να αποδείξει πως, όταν είμαστε απορροφημένοι σε μία ενέργεια, όπως το να μιλάμε στο κινητό, προσλαμβάνουμε όσα συμβαίνουν γύρω μας χωρίς να τα καταγράφουμε συνειδητά. Όταν είμαστε σε θέση να εστιάσουμε την προσοχή μας σε αυτό που κάνουμε, όσα βλέπουμε γύρω μας φαίνονται γνώριμα, παρόλο που γνωρίζουμε ότι δεν τα έχουμε "δει".

Με αυτή την λογική, μπορεί να μπαίνουμε σε έναν καινούριο χώρο, όντας απορροφημένοι, και ξαφνικά να νιώθουμε ότι έχουμε ζήσει deja vu. Στην πραγματικότητα, πριν καν κοιτάξουμε τον χώρο, ο εγκέφαλός μας έχει καταγράψει τα ερεθίσματα και μετά από κλάσματα δευτερολέπτου που κοιτάμε πραγματικά, έχουμε την αίσθηση ότι όλα φαίνονται οικεία.

Μία ακόμη πιθανή εξήγηση δίνεται από ένα παράδειγμα του ψυχολόγου Edward Titchener το 1928.
Το παράδειγμα της διέλευσης ενός δρόμου περιγράφει ακριβώς αυτή την αίσθηση. Όπως ξεκινάμε να διασχίσουμε τον δρόμο, ενστικτωδώς κοιτάμε στα αριστερά, αλλά αν κάτι τραβήξει την προσοχή μας στα δεξιά, το βλέμμα στρέφεται προς τα εκεί. Μέχρι να κοιτάξουμε πάλι στα αριστερά, ο εγκέφαλός μας μπορεί να έχει ξεχάσει την πρώτη φορά που κοιτάξαμε προς τα εκεί. Αυτή η δεύτερη ματιά ενδέχεται να προκαλέσει την αίσθηση του deja vu, της οικειότητας γιατί σε αυτή την περίπτωση, έχουμε δει πράγματι, κάτι προηγουμένως.

Η απαρχή ενός deja vu

Η περιγραφή μίας τέτοιας εμπειρίας εμφανίστηκε σε μεγάλο βαθμό, από ασθενείς με επιληψία το 1888. Από έρευνα διαπιστώθηκε ότι υπήρχε μεγαλύτερη συχνότητα εκδήλωσης σε αυτούς τους ανθρώπους, πιστοποιώντας ότι το φαινόμενο συνδεόταν με τις κρίσεις στον μέσο κροταφικό λοβό, το μέρος του εγκεφάλου που σχετίζεται με την αντίληψη των αισθήσεων, την παραγωγή του λόγου και την μνήμη.

Κατά την διάρκεια μίας κρίσης, οι νευρώνες πράγματι, παρουσιάζουν πρόβλημα, στέλνοντας συγκεχυμένα μηνύματα σε διαφορετικά σημεία του σώματος. Για αυτούς τους ασθενείς, το deja vu θεωρείται αποτέλεσμα σύγχυσης κάποιων εγκεφαλικών συνδέσεων, ενώ όταν κάποιοι ασθενείς υποβάλλονται σε εγχείριση εγκεφάλου για να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις, ξυπνούν απαλλαγμένοι από αυτό το φαινόμενο.
"Ο εγκέφαλός μας προσπαθεί να μας εξηγήσει", ισχυρίζεται η καθηγήτρια Γνωστικής Ψυχολογίας του Πανεπιστήμιου του Κολοράντο, Anne Cleary. Ίσως, ο ανθρώπινος εγκέφαλος να μην μπορεί να ανακαλέσει την ανάμνηση μίας παλιότερης εμπειρίας που ενεργοποιείται από το ερέθισμα μίας νέας κατάστασης.
Οτιδήποτε συμβαίνει άλλωστε γύρω μας, ποιος εγγυάται ότι δεν στηρίζεται σε μία "απλή αίσθηση οικειότητας";



pathfinder

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου