Στη συνέχεια, σε νεοελληνική απόδοση, παραθέτουμε αποσπάσματα από την Ιστορία της Κοζάνης, η οποία εκδόθηκε το 1924.
Κείμενο: Παναγιώτης Λιούφης
απόδοση στα νέα ελληνικά: Δημήτρης Τζήκας*
Ταραχώδης πολιτική κατάσταση. Πόλεμος Ελλάδας Τουρκίας
Μετά την επανάσταση των Αλβανών υπό τον Ισά Μπολετινάτς, την κίνηση των κομιτάτων στη βόρεια Μακεδονία και τελευταία ύστερα από τις σφαγές στο Ιστίπ (σ.σ. πόλη στα Σκόπια) και τα Κότσανα, τα πράγματα έπαιρναν ήδη πολεμική χροιά, κι αφού είχε πλέον επιτευχθεί ο Βαλκανικός συνασπισμός, κηρύσσεται επιστράτευση πρώτα στη Βουλγαρία, έπειτα στη Σερβία και τέλος στην Ελλάδα. Οι Τούρκοι έλπιζαν ότι δεν έμελλε πραγματικά Η Ελλάς να δράσει στον πόλεμο και γι’ αυτό λίγες δυνάμεις συσσώρευσαν σ’ αυτό το μέτωπο· είχαν ταυτόχρονα και την επιφύλαξη, σε περίπτωση πολεμικών επιχειρήσεων, ν” αμυνθούν στο Σαραντάπορο με μικρές δυνάμεις, επειδή υπολόγιζαν ότι η θέση ήταν οχυρή και απόρθητη· επικέντρωσαν λοιπόν την προσοχή τους στα βόρεια μέτωπα τηςΒουλγαρίας και της Σερβίας. Για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων στο μέτωπο προς την Ελλάδα, διορίστηκε αρχιστράτηγος ο Αλβανός Χασάν Ταχσίν πασάς, ο οποίος γύρω στα μέσα Σεπτεμβρίου αφίχθη στην Κοζάνη. Αφού συγχρόνως κηρύχτηκε επιστράτευση, έφεδροι των μεγαλύτερων ηλικιών από τις γύρω επαρχίες συνέρρεαν στην πόλη με προφανή απροθυμία και φρόντιζαν να ενταχθούν στα τάγματα τους· γενικώς, ζωηρή ανησυχία κατέλαβε τους Τούρκους, εξαιτίας της απόφασης των βαλκανικών κρατών να επιχειρήσουν από κοινού εναντίον τους, ποικίλες φήμες διαδίδονταν, ως συνήθως, και παντού επιτάσσονταν τα κτήνη και οι άμαξες. Μοιραία λοιπόν τα πράγματα έβαιναν προς σύγκρουση και στις αρχές Οκτωβρίου άρχισαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στο νότιο μέτωπο (5 Οκτωβρίου), ενώ προς την κατεύθυνση του βορρά είχαν ήδη ξεκινήσει οι εχθροπραξίες.
Μάχη του Σαρανταπόρου. Σφαγή προκρίτων στα Σέρβια. Υποχώρηση των Τούρκων
Ενώ συνέβαιναν αυτά, στις παραμεθόριες περιοχές συνελήφθησαν οι τοπικοί πρόκριτοι, οδηγήθηκαν στα Σέρβια και κρατήθηκαν ως όμηροι· αυτοί ανέρχονταν σε 73 άντρες, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν κάποιοι ιερείς και δάσκαλοι. Μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, οι Τούρκοι, αφού προέβαλαν μικρή αντίσταση στα σύνορα, οχυρώθηκαν στο Σαραντάπορο, όπου έγινε στις 9 Οκτωβρίου σοβαρή μάχη και οι πυροβολισμοί της ακούγονταν μέχρι την Κοζάνη. Ύστερα από πείσμονα αντίσταση, οι Οθωμανοί εγκατέλειψαν 24 πυροβόλα και πλούσια λεία στο πεδίο της μάχης, υποχώρησαν και επειδή αδυνατούσαν να σταθμεύσουν στα Σέρβια, κατέλαβαν άλλη αμυντική γραμμή, πάνω από τον ποταμό Αλιάκμονα, στην ανωφέρεια μεταξύ Κιτσελέρ και Τζιτζελέρ, αφού πρώτα φόνευσαν ασπλάχνως και ανηλεώς τους ομήρους που κρατούσαν,.
Πανικός γυναικοπαίδων και φυγή Οθωμανών
Η αγγελία της υποχώρησης κατατάραξε τους υπαλλήλους στην Κοζάνη και σκόρπισε πανικό. Την 10η Οκτωβρίου, σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, συνοδείες ανδρών, γυναικών και παιδιών από τα Σέρβια προχωρούσαν μέσω τηςΚοζάνης για τα Καϊλάρια, ενώ η βιασύνη (σπουδή) με την οποία έφευγαν και ο τρόμος που ήταν αποτυπωμένος στην όψη τους προκαλούσαν τον οίκτο. Μολονότι δε [οι Οθωμανοί] μέχρι την τελευταία στιγμή διέδιδαν νίκες και προελάσεις, άρχισαν να εξαφανίζονται, κλείνοντας τα γραφεία τους, ενώ δεν πρόλαβαν να συλλάβουν τους υποτιθέμενους υπόπτους. Το πρωινό της 11ης Οκτωβρίου, ημέρα Πέμπτη, σε πολεμικό συμβούλιο του τουρκικού επιτελείου, ο μισέλλην επιτελής Ομέρ μπέης υποστήριξε τον βομβαρδισμό της Κοζάνης, ενώ και άλλοι δύο ήταν οπαδοί της ίδιας γνώμης. Ευτυχώς, η σύνεση του Ταχσίν πασά και η ευμενής κατάθεση του Αλβανού Μουνίρ βέη, ο οποίος κλήθηκε να γνωματεύσει για τους Κοζανίτες, ματαίωσαν τα σχέδια περί καταστροφής της πόλης· κρίθηκε μάλιστα αναγκαίο να συνεχιστεί η υποχώρηση των Τούρκων προς τη Βέροια· στην Κοζάνη στάλθηκε μόνο ο μέραρχος, για να παραλάβει το αρχείο του Αρχηγείου. Ομάδες στρατιωτών όμως λιποτακτούσαν συνεχώς από την πανικόβλητη στρατιά και χριστιανοί στρατιώτες, από τους πρώτους που απέδρασαν, μετέδωσαν την αλήθεια για όσα συνέβαιναν.
Προετοιμασίες για την υποδοχή των ελευθερωτών
Αφού αναπτερώθηκε από τις αγγελίες το μεσημέρι της Πέμπτης, η πόλη απελευθέρωσε όσους βρίσκονταν έγκλειστοι στις φυλακές, πολλοί δε απ” τους πολίτες άνοιξαν τις ιματιοθήκες και παρέλαβαν είδη του στρατού, άλλοι πήραν όπλα από τους στρατώνες, ενώ τα καταστήματα της αγοράς που παρέμεναν κλειστά λόγω της κατάστασης, κι έδιναν μια περίεργη εντύπωση. Οι περισσότεροι όμως από τους κατοίκους, γεμάτοι ευφροσύνες προσδοκίες και ενδόμυχη χαρά, προετοιμάζονταν να υποδεχτούν τους αδελφούς ελευθερωτές και έφτιαχναν ελληνικές σημαίες, μέσα σε κλίμα χαρμόσυνης συγκίνησης. Διότι την προηγούμενη μέρα είχε διαβιβαστεί μυστικά σ’ αυτούς που βρίσκονταν στο Κέντρο και τη Μητρόπολη εντολή να έχουν έτοιμους οδηγούς και να κόψουν τα τηλεγραφικά σύρματα. Κι ενώ μετά το μεσημέρι της Πέμπτης 11 Οκτωβρίου τα πλήθη ήταν έτοιμα να ξεχυθούν στους δρόμους με αλαλαγμούς, μεταδίδεται ξαφνικά η είδηση ότι τουρκικός στρατός από τα νότια προελαύνει προς την πόλη· η είδηση αποδείχθηκε αληθινή και πράγματι δυο τάγματα οθωμανικού στρατού, όχι πλήρη και σε αξιοθρήνητη κατάσταση, έφτασαν πανικόβλητα στην Κοζάνη, μετά από μάχη κοντά στους Λαζαράδες, δεν σταμάτησαν όμως καθόλου και αναχώρησαν προς τα βόρεια, διαλυόμενα εν τω μεταξύ λόγω της λιποταξίας πολλών στρατιωτών. Τα σώματα αυτά τάχθηκαν ως δεξιά οπισθοφυλακή του τουρκικού μετώπου, αλλά διαλύθηκαν, μετά από βίαιη επίθεση της Ε’ Ελληνικής Μεραρχίας και τράπηκαν σε φυγή.
Είσοδος ταξιαρχίας ελληνικού ιππικού
Πριν οι Τούρκοι στρατιώτες διαρρεύσουν προς το δρόμο που οδηγούσε στο Μοναστήρι, στις 4.40 μ.μ, ένας Έλληνας καβαλάρης που προχωρούσε στο δρόμο εμφανίζεται ως πρόσκοπος ανιχνευτής και δέχεται τους ασπασμούς και τις αγκαλιές (περιπτύξεις) των πολιτών, οι οποίοι ήταν αλλόφρονες από τη συγκίνηση και τη χαρά· οι κάτοικοι, μέσα σε κωδωνοκρουσίες, συνεχείς πυροβολισμούς, και ακράτητο ενθουσιασμό, καταπλημμυρίζουν ακαριαία την αμαξιτή οδό προς τα Σέρβια, από την οποία εισέρχονται με περήφανο, χαρμόσυνο και ελαφρύ καλπασμό πρώτα ένα τμήμα προσκόπων ιππέων με επικεφαλής τον ανθυπίλαρχο Στάικο και έπειτα μια ημιταξιαρχία ιππικού υπό τους Σούτσοκαι Πιερράκο Μαυρομιχάλη, Παπαφλέσσα, Πηχεώνα, Παπά και άλλους.
Στιγμές ιερού ενθουσιασμού
Είναι δύσκολο να περιγράψουμε τις στιγμές χαράς, τον ενθουσιασμό του πλήθους αλλά και τις εικόνες των στρατιωτών που δάκρυζαν από συγκίνηση στη θέα των τέως υπόδουλων Ελλήνων, οι οποίοι έκλαιγαν από χαρά και απολάμβαναν ήδη την ελευθερία τους μετά από περίοδο τόσων αιώνων και τόσων γενεών, κατά την οποία έτρεφαν ακοίμητη την ελπίδα, ότι θα έρθει κάποτε η ιερή στιγμή της απελευθέρωσης. Οι Δημοτικές και Κοινοτικές αρχές, με τον Μητροπολίτη και τον Δήμαρχο έκαναν τις κατάλληλες προσφωνήσεις, δέχθηκαν τα συγχαρητήρια των ελευθερωτών και αφού παρέλαβαν αυτούς που έφτασαν στην πόλη, τους οδήγησαν στο ναό του Αγίου Νικολάου, όπου εψάλλη δοξολογία και στη συνέχεια προσφέρθηκαν στη Μητρόπολη αναψυκτικά. Αφού ελήφθησαν τα κατάλληλα μέτρα, τοποθετήθηκαν οι προφυλακές και ο στρατός διευθετήθηκε όπως έπρεπε, οι αξιωματικοί μαζί με τους πολίτες συνέχαιραν ο ένας τον άλλο· λόγω του ενθουσιασμού, εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκε σχεδόν κανένας. Το ίδιο απόγευμα, ο αρχίατρος Χουσεΐν, ο αρχιφαρμακοποιός Μιχ. Πινδαράκης, Κρης Χριστιανός, και ένας άραβας αξιωματικός παρέδωσαν τα ξίφη τους στο Δημαρχείο· υπήρξε ακόμη φροντίδα και για τους 57 τραυματίες Τούρκους στρατιώτες που βρίσκονταν στο νοσοκομείο, μεταξύ τους και κάποιοι αξιωματικοί. Την επόμενη μέρα, 12 Οκτωβρίου, η πόλη με εορταστική, πανηγυρική όψη, κατάφορτη ελληνικές σημαίες, με τα πρόσωπα των κατοίκων να λάμπουν από αγαλλίαση, υποδεχόταν την υπόλοιπη ταξιαρχία του ιππικού και τμήματα των Μεραρχιών, ενώ το απόγευμα προς το βράδυ σε επίσημη συγκέντρωση όλων υποδέχθηκε τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος κατέβηκε από το άλογο κι ένα μικρό κορίτσι του πρόσφερε ανθοδέσμη. Με την άφιξη του Αρχιστράτηγου, εψάλλη συγκινητική δοξολογία και ο Μητροπολίτης εκφώνησε σύντομο λόγο, κατάλληλο για την περίσταση· ο αρχιστράτηγος κατέλυσε στη Μητρόπολη και στα γραφεία της εγκαταστάθηκε το Επιτελείο του στρατού. ΤηνΚυριακή 14 Οκτωβρίου μ.μ. αφίχθη με συνοδεία επισήμων η Α.Μ. ο αείμνηστος Βασιλεύς Γεώργιος Α’ και κατόπιν δοξολογίας εγκαταστάθηκε στην οικία του Κωνστ. Δρίζη· την ίδια μέρα, γύρω στις 2 το μεσημέρι, εισήλθε και η Ε’ Μεραρχία· έτσι γέμισε ασφυκτικά η πόλη από κόσμο και στρατό· καθότι εκείνη την ημέρα πάνω από 30.000 στρατός κατέλυσαν στην Κοζάνη, ενώ πλήθος λαού είχε συρρεύσει από τα πέριξ για να δει και να συμμετάσχει στην πανηγυρική εκδήλωση των αισθημάτων της απελευθέρωσης.
Υποχώρηση στο Σόροβιτς. Πανικός. Κάθοδος στα Σέρβια. Η μάχη στον Κόμανο. Εγκατάσταση Ελληνικών Αρχών. Νομός Κοζάνης
Εν μέσω όμως της γενικής χαράς και του ενθουσιασμού από τα χαρμόσυνα γεγονότα και τις ειδήσεις, ατυχές σοβαρό επεισόδιο που συνέβη στην Ε’ Μεραρχία στο Σόροβιτς, η οποία είχε ταχθεί ως πλαγιοφυλακή, σκόρπισε πανικό και στις 24 Οκτωβρίου η πόλη, πληροφορούμενη τα ατυχή συμβάντα του Σόροβιτς, βρέθηκε σε δύσκολη κατάσταση, βλέποντας τους στρατιώτες να φεύγουν μέσα σε αλλοφροσύνη και να πετούν τα όπλα τους. Εξαιτίας αυτών, οι περισσότεροι από τους κατοίκους, εγκαταλείποντας τα σπίτια, τα καταστήματα και τα υπόλοιπα πράγματά τους, τράπηκαν προς τα Σέρβια και τις κωμοπόλεις που βρίσκονταν προς το Νότο μέσα σε ταραχή και υπό βροχή.
Και ήταν σπαρακτική η εικόνα της αποχώρησης, και όμοια με την αποχώρηση των Αθηναίων κατά τα Μηδικά, όπως την περιγράφει ο Πλούταρχος στο βίο του Θεμιστοκλή.
Ευτυχώς, με την έγκαιρη άφιξη της ανεξάρτητης Μεραρχίας του Γεννάδη και άλλων εφεδρειών, και δια της μετακίνησης των Μεραρχιών από τη Θεσσαλονίκη, οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, αφού αποκρούστηκαν σε μάχη στον Κόμανο, εγκαταλείποντας δυο τηλεβόλα· σώθηκε έτσι κι έμεινε αβλαβής η πόλη, η οποία είχε βρεθεί προς στιγμήν σε κίνδυνο και απειλή επιδρομής από τους πέριξ οικούντες Μουσουλμάνους που είχαν πρόσκαιρα αναθαρρήσει. Λίγο ύστερα, αφού εγκαταστάθηκαν πολιτικές και Διοικητικές αρχές, επανέλαβε κανονικά τα έργα της υπό το Ελληνικό Συνταγματικό Πολίτευμα. Η πόλη ορίστηκε έδρα Νομαρχίας και ορισμένες επαρχίες που υπάγονταν σε αυτήν αποτέλεσαν το νομό Κοζάνης. Πρώτος δε Νομάρχης τοποθετήθηκε ο Γεώργιος Χωματιανός.
Εκπλήρωση ιερών προσδοκιών
Έτσι, όταν ήταν μητροπολίτης ο Φώτιος Μανιάτης, δήμαρχος ο Νικόλαος Αρμενούλης και γυμνασιάρχης οΠαναγιώτης Λιούφης, η πόλη είδε το φως της ελευθερίας μετά από δουλεία 520 περίπου ετών και πέτυχε την ποθητή ένωση με την μητέρα Ελλάδα, διατηρώντας σ” όλες τις προηγούμενες γενιές άσβεστο τον πόθο της γλυκειάς αυτής ψύχωσης και της ελπίδας, την οποία επιτέλους ευτύχησε να την δει να πραγματοποιείται.
*Ο Δημήτρης Τζήκας είναι δάσκαλος και ιστορικός.Εργάζεται στη δημόσια πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Οι φωτογραφίες είναι από εδώ: http://www.army.gr/default.php?pname=Article&art_id=35200&ca
eranistis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου