Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Το ξύπνημα του Εγκέλαδου. Ο καθηγητής σεισμολογίας του Α.Π.Θ., Παναγιωτόπουλος Δημήτριος, μιλάει στο «Θάρρος»

Οι συχνές σεισμικές δονήσεις έχουν αναστατώσει την ευρύτερη περιοχή μας το τελευταίο διάστημα.
Οι εικασίες πολλές και ο φόβος διάχυτος, έχουν διαταραχτεί η ηρεμία του τόπου μας, ο οποίος σείεται στους ρυθμούς των ρίχτερ.
Το «Θ» ήρθε σε επαφή με τον κ. Παναγιωτόπουλο Δημήτριο, Καθηγητή Σεισμολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο οποίος απάντησε σε ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τη σεισμική δραστηριότητα της περιοχής.

- Κύριε, Παναγιωτόπουλε, πόσο επικίνδυνους πρέπει να θεωρήσει κανείς τους σεισμούς που γίνονται αυτό το διάστημα στην περιοχή μας;

 Δεν πρέπει να θεωρήσουμε επικίνδυνους τους σεισμούς αυτούς. Τα 4,7 ρίχτερ είναι ένα σεισμικό μέγεθος που παρατηρείται συχνά στην Ελλάδα. Επηρεάζουν δε μόνο τις πολύ κακές κατασκευές ή αυτές που υπέστησαν ζημιές παλιότερα και δεν έχουν επιδιορθωθεί, όπως συνέβη για παράδειγμα σε κατασκευές της Αιανής.

- Θεωρείτε πιθανό το ενδεχόμενο να έρθει ένα μεγαλύτερος σεισμός, κι αυτοί να είναι απλώς οι προσεισμοί;

 Είστε ευαισθητοποιημένοι γύρω από το θέμα των σεισμών λόγω του ότι ζήσατε έναν μεγάλο σεισμό το ’95. Πρέπει όμως να πούμε ότι σαν ιστορία η περιοχή της Κοζάνης δίνει σεισμούς με πολύ μεγάλη περίοδο επανάληψης. Πριν το ’95 η περιοχή είχε να δώσει σεισμό 1.000 χρόνια. Επομένως, το θεωρούμε απίθανο να ξαναδώσει έναν σεισμό της τάξεως των 6 ρίχτερ μετά από 15 μόνο χρόνια. Φυσικά, η φύση είναι απείθαρχη και μας εκπλήσσει, οι πιθανότητες όμως είναι πραγματικά πολύ μικρές.



- Πολύς λόγος γίνεται για το φράγμα της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου, όπως και για το φράγμα Ιλαρίωνα που κατασκευάζεται αυτό το διάστημα, και για τη σχέση που μπορεί να έχουν τα φράγματα αυτά με τους σεισμούς. Τελικά κατά πόσον ένα φράγμα προκαλεί ή επηρεάζει τη σεισμική δραστηριότητα μιας περιοχής;

      Καταρχάς ένα φράγμα σχεδιάζεται ώστε να αντέχει τη δόνηση ενός ισχυρού σεισμού. Πρόβλημα προκαλείται μόνο εάν το ρήγμα περνάει μέσα από το φράγμα, αν το διασχίζει, αν το κόβει στη μέση. Και σ’ αυτή την περίπτωση όμως, οι πολιτικοί μηχανικοί πραγματοποιούν έρευνες και ζητούν τη γνώμη των σεισμολόγων για να ελεγχθεί εάν το ρήγμα είναι ενεργό, επικίνδυνο κ.λ.π.  Το ρήγμα των 4,7 ρίχτερ δεν έχει σχέση με το φράγμα.

Ανάλογες υποψίες υπήρχαν και για τη λίμνη Κρεμαστών, όπου υπάρχει φράγμα. Στην περιοχή εκείνη έγινε σεισμός αμέσως μετά την κατασκευή της λίμνης και θεωρήθηκε ότι αυτή ήταν η αιτία. Η πραγματικότητα όμως ήταν ότι ο σεισμός ούτως ή άλλως θα συνέβαινε.

Η ‘φόρτιση’ που ίσως δημιουργεί το νερό μιας λίμνης μπορεί να επιβραδύνει ή να επιταχύνει τον χρόνο εμφάνισης του σεισμού. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν τον προκαλεί.



- Πώς ερμηνεύετε το γεγονός ότι μία μη σεισμογενής περιοχή, όπως η Κοζάνη, ξαφνικά μετατρέπεται σε σεισμογενή;

      Εδώ είναι που γίνεται το λάθος. Δεν υπάρχει σημείο στην Ελλάδα που να θεωρείται μη σεισμικό. Υπάρχουν απλά περιοχές με μικρή περίοδο επανάληψης και περιοχές με μεγάλη περίοδο επανάληψης. Δηλαδή κάποια μέρη συγκεντρώνουν ενέργεια πολύ πολύ σιγά. Ένα από αυτά τα μέρη είναι και η Κοζάνη.

Σε ολόκληρη την Ελλάδα όμως το γεωτεκτονικό μοντέλο εκλύει έντονη σεισμική ενέργεια. Η χώρα μας είναι 6η στον κόσμο σε σεισμικές δονήσεις.

- Εκτιμάτε ότι θα συνεχιστεί η σεισμική δραστηριότητα μέσα στο καλοκαίρι;

Είναι πολύ πιθανόν να συνεχιστούν οι ήπιοι σεισμοί μέσα στο καλοκαίρι, προκειμένου να εκτονωθεί το φαινόμενο. Συνήθως γίνεται ένας μεγάλος σεισμός και μετά υπάρχει μετασεισμική ακολουθία. Συχνά όμως δεν παρατηρείται ένας ιδιαίτερα μεγάλος σεισμός, αλλά γίνεται ένα «σμήνος» σεισμών με μικρές υφέσεις και εξάρσεις εντονότερων και ηπιότερων σεισμών χωρίς όμως μία κορυφαία έξαρση. Εκτιμάται ότι αυτό συμβαίνει τώρα στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης. Γίνονται σεισμοί των 4,7 ρίχτερ περίπου, που εκτονώνονται με μικρότερους που ακολουθούν. Υπάρχει μάλιστα ενδεχόμενο οι σεισμοί αυτοί να είναι ακόμα και «απόνερα» του σεισμού του ’95.

- Πόσο «βέβαιες» μπορούν να είναι οι προβλέψεις της σεισμολογίας;

Η γνώση της σεισμολογίας δεν μπορεί δυστυχώς να φτάσει το 100%. Μπορεί όμως να γνωρίζει τις περιοχές στην οποίες αναμένεται να γίνει κάποια στιγμή ένας σεισμός. Για πολλούς, ας πούμε, ο σεισμός του ’95 στην Κοζάνη ήταν έκπληξη. Για τους σεισμολόγους δεν ήταν όμως, εφόσον η περιοχή είχε να δώσει σεισμό 1000 χρόνια. Ήταν κάτι αναμενόμενο. Απλώς δε μπορούσε να προβλεφθεί το πότε ακριβώς θα συνέβαινε. Ο μεγάλος στόχος της σεισμολογίας είναι αυτό ακριβώς, να μπορεί να υπολογίσει το χρόνο. Ίσως στο μέλλον να επιτευχθεί, προς το παρόν όμως δε μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο.


ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΔΗΜΗΤΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου