Φοίνικας: η πρώτη χρηματική μονάδα που χρησιμοποίησε το κράτος της σύγχρονης Ελλάδας - Πώς φτάσαμε στην κοπή και κυκλοφορία του και τι συμβολίζει.
Από το ξεκίνημα σχεδόν της Επανάστασης του 1821, άρχισαν οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός υποτυπώδους Κράτους, με δομές ηγεσίας και αντιπροσώπευσης. Και, βεβαίως, Κράτος χωρίς εθνικό νόμισμα δεν νοείται.
Ήδη από το 1822, ένα μόλις χρόνο μετά την κήρυξη του αγώνα της ανεξαρτησίας και με απελευθερωμένα ελάχιστα τμήματα της πατρίδας μας, το ζήτημα της κοπής νομίσματος συζητήθηκε για πρώτη φορά στο Βουλευτικό Σώμα της Προσωρινής Διοίκησης. Χρειάστηκαν ακόμη έξι χρόνια για να γίνουν οι πρώτες αυτές σκέψεις πραγματικότητα.
Η ιστορία της κοπής και της κυκλοφορίας του Φοίνικα, του πρώτου Νομίσματος του σύγχρονου ελληνικού Κράτους, είναι ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο της ιστορίας της Επανάστασης του 1821, που μας μεταφέρει από τα πεδία των μαχών ή της διπλωματίας στα πρώτα βήματα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής των ελεύθερων Ελλήνων. Γνώση πολύτιμη για την κατανόηση της πορείας του έθνους, ιδιαιτέρως επίκαιρη με την ευκαιρία της επετείου των 200 χρόνων.
Το δάνειο από τη Ρωσία και το πρώτο μηχάνημα κοπής
Ο Φοίνικας ήταν το πρώτο εθνικό νόμισμα που χρησιμοποιήθηκε στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος. Ο συμβολισμός ήταν προφανής: η Ελλάδα αναγεννιόταν όπως το μυθικό πουλί, το οποίο απεικονιζόταν και στον θυρεό της Φιλικής Εταιρείας. Το ζήτημα της κοπής νομίσματος είχε απασχολήσει το 1822 το Βουλευτικό Σώμα της Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδας, αλλά και το 1825 έγιναν επίσημες συζητήσεις για την καθιέρωση μιας νομισματικής μονάδας. Τα σχέδια αυτά δεν ευοδώθηκαν μέχρι το 1828. Στις αρχές εκείνου του έτους ο Ιωάννης Καποδίστριας απευθύνθηκε στο Πανελλήνιον, το 27μελές συμβουλευτικό όργανο του Κυβερνήτη, ζητώντας του να συσκεφθεί για τη δημιουργία εθνικού νομίσματος.
Η απόφαση για τη χάραξη νέου νομίσματος ήταν εύκολη. Η υλοποίησή της όχι, καθώς έλειπαν τα μηχανήματα κοπής νομίσματος και τα χρήματα για την αγορά τους. Όμως στα τέλη Μάιου του 1828, ο Καποδίστριας έλαβε δάνειο από τη Ρωσική Κυβέρνηση ύψους ενάμιση εκατομμυρίων ρουβλίων και έσπευσε να αποκτήσει τον απαραίτητο εξοπλισμό. Για τον σκοπό αυτό, ταξίδεψε στη Μάλτα ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος, παλαιός Φιλικός και μέλος της Επιτροπής Οικονομικών. Εκεί αγόρασε από τους Ιωαννίτες Ιππότες αντί του ευτελούς ποσού των 100 λιρών, ένα μηχάνημα κοπής, το οποίο είχε κατασκευαστεί στα τέλη του 18ου αιώνα.
Το μηχάνημα μεταφέρθηκε στην Αίγινα και εγκαταστάθηκαν στην αυλή της οικίας του Κυβερνήτη, προκειμένου να αποφευχθούν οι πάσης φύσεως κομπίνες και να διασφαλιστεί ο έλεγχος της διαδικασίας. Παράλληλα αγοράστηκαν και άλλα μηχανήματα από τη Μασσαλία, την Αγκόνα και τη Σύρο, ώστε το κάθε ένα από τα συνολικά πέντε μηχανήματα να αντιστοιχεί σε έναν τύπο νομίσματος. Έτσι δημιουργήθηκε το πρώτο Ελληνικό Νομισματοκοπείο. Σε αυτόν τον παλαιό και φθαρμένο μηχανισμό κόπηκαν τα πρώτα αργυρά και χάλκινα νομίσματα και στάλθηκαν στην Εθνοσυνέλευση του Άργους, η οποία ενέκρινε την ίδρυση Νομισματοκοπείου και την κοπή χρήματος.
Οι υποδιαιρέσεις και τα πολλαπλάσια του πρώτου νομίσματος
Ο φοίνικας ορίστηκε ως ασημένιο νόμισμα με αναλογία 9 μέρη αργύρου και 1 μέρος χαλκού, στα πρότυπα του ασημένιου γαλλικού φράγκου. Ο ένας φοίνικας είχε 100 λεπτά. Εκτός από τις υποδιαιρέσεις θεσπίστηκαν και πολλαπλάσια του φοίνικα: 20 φοίνικες ισούνταν με μια χρυσή Αθηνά και 5 φοίνικες μια ασημένια αιγίδα. Στην μπροστινή όψη, τα κέρματα έφεραν τον Φοίνικα να αναγεννάται μέσα από φλόγες, με απλωμένα τα φτερά, στεφανωμένο με σταυρό και ακτίνες φωτός, που διαλύει το σκοτάδι.
Γύρω του υπήρχαν οι λέξεις «Ελληνική Πολιτεία» και η ένδειξη αωκα΄ - χρονολογία που αντιστοιχεί στο 1821 έτος κήρυξης της ελληνικής επανάστασης. Στην πίσω όψη αναγραφόταν η αξία του νομίσματος, περιβαλλομένη από στεφάνι δάφνης και ελιάς και τις λέξεις «Κυβερνήτης Ι.Α. Καποδίστριας» με την χρονολογία κοπής.
Ο φοίνικας ισοδυναμούσε με το 1/6 του ισπανικού δίστηλου και του τούρκικου κουρού (γρόσι), που τότε κυκλοφορούσε ευρέως στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Εξαιτίας της έλλειψης πολύτιμων μετάλλων δεν κόπηκε κανένα από τα χρυσά πολλαπλάσια του φοίνικα, ενώ από τα αργυρά κόπηκαν μόνο 11.978 με ασήμι προερχόμενο από τις νηοψίες του ελληνικού στόλου. Για τα χάλκινα κέρματα χρησιμοποιήθηκε το μέταλλο από λαφυραγωγημένα τουρκικά τηλεβόλα όπλα.
Από τον ελλειποβαρή Φοίνικα στα χαρτονομίσματα
Η πενία του κράτους επηρέασε και το εθνικό νόμισμα. Το βάρος του ασημένιου φοίνικα (4,163 γραμμάρια από τα οποία 3,747 καθαρός άργυρος) υπολειπόταν από το βάρος που είχε προαναγγελθεί (4,408 γραμμάρια από τα οποία 4,029 καθαρός άργυρος). Αντίστοιχα, η σχέση του φοίνικα προς το ισπανικό δίστηλο (4,511 γραμμάρια με 4,074 γραμμάρια καθαρός άργυρος) ήταν κατά τι μικρότερη από την καθορισμένη, αντιπροσωπεύοντας το 93% του 1/6 που είχε αποφασίσει η Επιτροπή Οικονομικών. Επιπλέον, η απειρία των τεχνικών στην κοπή νομίσματος και ο παλαιός εξοπλισμός συντέλεσαν στην ανομοιομορφία των χάλκινων κερμάτων, τα οποία διέφεραν μεταξύ τους στις διαστάσεις, στο πάχος, στο βάρος, στην ορθότητα των χαράξεων, και κυκλοφορούσαν σε διάφορες παραλλαγές. Χαράκτες των νομισμάτων ήταν ο Αρμένιος χρυσοχόος Χατζηγρηγόρης Πυροβολιστής έως το 1830, ο Γεώργιος Παπακωνσταντόπουλος, ο Γεώργιος Δημητρακόπουλος και ο Δημήτριος Κόντος από το 1830 έως το 1833.
Ο ελλειποβαρής φοίνικας δεν κατάφερε να διασφαλίσει την αξιοπιστία των συναλλαγών, οι περισσότερες εκ των οποίων εξακολουθούσαν να πραγματοποιούνται με ξένα νομίσματα, κυρίως με τουρκικούς παράδες και ισπανικά δίστηλα. Η δυσκολία της κοπής κερμάτων, αλλά κυρίως οι ανάγκες του κρατικού προϋπολογισμού, οδήγησαν την κυβέρνηση το 1832 να τυπώσει τραπεζογραμμάτια αξίας 5, 10, 20 και 100 φοινίκων χωρίς να έχει τα αντίστοιχα κεφάλαια. Τα χαρτονομίσματα δεν «επέτυχαν την κοινήν υπόληψιν».
Από τον Φοίνικα στη Δραχμή
Το ψήφισμα της Δ’ Εθνοσυνέλευσης το 1831 ενέκρινε την τύπωση χαρτονομισμάτων έως το ποσό του 1.000.000 φοινίκων, αλλά επειδή δεν δόθηκαν εγγυήσεις για τη μετατρεψιμότητά τους ούτε καθορίστηκε η περίοδος εξαργύρωσής τους, το ποσό περιορίστηκε με κυβερνητική εισήγηση στις 500.000 φοίνικες. Επιπλέον, απαγορεύτηκε τα χαρτονομίσματα αυτά να κυκλοφορούν μεταξύ του κοινού και γίνονταν δεκτά μόνο από το Δημόσιο Ταμείο. Είχαν κακή εμφάνιση, ήταν τυπωμένα μόνο από τη μία πλευρά και στο πίσω μέρος ο κυβερνητικός ελεγκτής έγραφε διαγωνίως την αξία του κάθε χαρτονομίσματος, τον αριθμό κυκλοφορίας του και τέλος έβαζε την υπογραφή του.
Η δολοφονία του Καποδίστρια και η έλευση του Όθωνα στην Ελλάδα σήμανε το τέλος του νομισματικού συστήματος που εισήγαγε ο πρώτος Κυβερνήτης της χώρας. Με το βασιλικό διάταγμα της 8/20 Φεβρουαρίου 1833 καταργήθηκε ο φοίνικας και αποσύρθηκε από την κυκλοφορία, με τα κέρματα να υποτιμώνται στο 93% της ονομαστικής αξίας τους. Ως χρονολογία απόσυρσης των ελληνικών και ξένων χάλκινων νομισμάτων, όπως και των αργυρών φοινίκων, προκειμένου να εξαλειφθεί η νομισματική αταξία στη χώρα, ορίστηκε η 1/13 Μαΐου 1833. Παράλληλα ορίστηκε νέο νόμισμα: η δραχμή.
Σημειώνεται ότι ο Φοίνικας του 1828 επανακυκλοφορεί ως συλλεκτικό ενθύμιο της επετείου των 200 ετών μετά την Επανάσταση, στο πλαίσιο του Νομισματικού Προγράμματος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021».
athensvoice.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου